Ένα Ντοκιμαντέρ του Βαγγέλη Καλαμπάκα / NO CANDIES FROM HEAVEN
Παρατηρώντας την καθημερινότητα σε ένα ορφανοτροφείο της Αιθιοπίας
Ζώντας μέσα στη μικρή, απομονωμένη κοινωνία του ορφανοτροφείου, με συνεπήρε η αποκα-λυπτική γεωγραφία των προσώπων: βλέμματα, εκφράσεις, χειρονομίες που φανέρωναν τόσο έκδηλα τη συνθήκη των μικρών τροφίμων και το δύσκολο ρόλο των βρεφοκόμων, νοσοκόμων και εργατριών στις απλές, καθημερινές δραστηριότητες. Θεώρησα ότι, αν μπορούσα να αποτυπώσω αυτή τη σύνθετη εικόνα στις διάφορες εκφάνσεις της, θα καταλάβαινα περισσό-τερα για αυτόν τον τόσο ιδιαίτερο χώρο.
Έτσι αυθόρμητα και αναπάντεχα γεννήθηκε η ιδέα για την ταινία. Χωρίς προσχεδιασμό, χωρίς οργάνωση παραγωγής, χωρίς συνεργείο και σχεδόν χωρίς εξοπλισμό. Τα παιδιά είδαν τη μικρή βιντεοκάμερα που μπήκε ξαφνικά στον κόσμο τους σαν ένα καινούργιο παιχνίδι. Ενθουσιάστηκαν, έπαιξαν, ξαναέπαιξαν και στο τέλος το βαρέ-θηκαν. Όπως έχασαν το ενδιαφέρον τους και για μένα, που κατάφερα έτσι σιγά σιγά, αν και ξένος στο άβατο του χώρου τους, να ξεγλιστρήσω στο περιθώριο της καθημερινότητάς τους, ως ένας παρών-απών παρατηρητής.
Ήταν στο σημείο αυτό που ουσιαστικά άρχισε η κινηματογράφηση. Για τρεις περίπου εβδομάδες ήμουν εκεί από το πρωί ως το βράδυ, παρατηρώντας και καταγράφοντας σκηνές της καθημερινότητας, χωρίς να ξέρω με σιγουριά πού θα οδηγούσε όλο αυτό. Η προσπάθειά μου στα γυρίσματα, αλλά και αργότερα στο μοντάζ, ήταν η ταινία να ανακλά τη δική μου προσωπική αναζήτηση, καθώς ψηλαφούσα μέρα με τη μέρα ένα πρωτόγνωρο χώρο που με συγκινούσε και με προβλημάτιζε. Ήθελα να μεταδώσω στο θεατή αυτή τη συγκίνηση, την αίσθηση ότι "βρίσκεται εκεί", ότι συμμετέχει στην εξερεύνηση. Για το λόγο αυτό βασίστηκα αποκλειστικά στην άμεση παρατήρηση, αποφεύγοντας οποιαδήποτε παρέμβαση στα δρώμενα και κάθε προσπάθεια αφηγηματικής "δραματοποίησής" τους.
Ομολογώ ότι η επιλογή αυτή μού δημιούργησε μια ανασφάλεια, ότι ακόμα κι όταν θεώρησα ότι είχα "αρκετό" υλικό, δεν ήμουν σίγουρος ότι είχα μια ταινία. Μόνο πολύ αργότερα, όταν έβλεπα και ξαναέβλεπα τις πολλές ώρες του υλικού στο τραπέζι του μοντάζ, συνειδητοποίησα ότι υπήρχε μια συνοχή, ότι τα θέματα που μού είχαν αρχικά εντυπωθεί ήταν εμφανή σε όσα είχα καταγράψει με την κάμερά μου. Μάλιστα, μεταφυτευμένα σε ένα χώρο συναισθηματικά πιο ουδέτερο και απομακρυσμένο από τον ακατέργαστο αυθορμητισμό της πρώτης αντίληψης, τα πλάνα αποκτούσαν καινούργιες διαστάσεις και σημασίες. Τόσο, που αποφάσισα να μη χρησιμο-ποιήσω εξωτερικό σχολιασμό ή κάποιο άλλο τέχνασμα σκηνοθετικής μεσολάβησης που θα καθοδηγούσε τη ματιά του θεατή και θα "ερμήνευε" την εικόνα.
Ήθελα η τελική μορφή της ταινίας να είναι μια επιλεκτική συρραφή άμεσων παρατηρήσεων και μόνο, παρακινώντας το θεατή να συνθέσει ο ίδιος τις ψηφίδες του παζλ και να αναπτύξει τους δικούς του προβλημα-τισμούς πάνω στην πραγματικότητα αυτών των παιδιών.
Προβολή του Ντοκιμαντέρ στις 28 Σεπτεμβρίου, στον Κήπο του Φεστιβάλ